Τετάρτη, Μαρτίου 29, 2017

ΤΡΑΠΕΖΕΣ, ΜΜΕ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ: ΑΜΑΡΤΩΛΟ ΤΡΙΓΩΝΟ ΜΕ ΔΕΣΜΟΥΣ… ΧΡΗΜΑΤΟΣ

Είναι βαθιά νυχτωμένος όποιος πιστεύει ότι τα τραπεζικά ιδρύματα περιορίζονται στον ρόλο του «αιμοδότη της οικονομίας», μέσω της χρηματοδότησης. Μια απλή καταγραφή των σχέσεων του χρηματοπιστωτικού συστήματος με δύο βασικούς πόλους διαμόρφωσης της κοινωνικής  συνείδησης,  τα πολιτικά κόμματα και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αποδεικνύει  ότι επιτελούν ένα πολύ πιο σύνθετο ρόλο. Το εντυπωσιακό  στοιχείο είναι ότι αυτή η «τριγωνική» σχέση λειτουργεί για δεκαετίες ολόκληρες. Κι όσο περνάει ο καιρός γίνεται ολοένα  και πιο στενή. Πάντα σε αντιστοίχιση με το –κάθε  φορά– εγχώριο επιχειρηματικό κατεστημένο. Βλέπετε, το (δανεικό κι αγύριστο) χρήμα αποδεικνύεται δεσμός που αντέχει στον χρόνο. Κι έχει ακόμη πολύ μέλλον.


Gracias Koskotas!

Αν αναζητήσει κανείς, στη μεταπολιτευτική περίοδο, ένα όνομα που πάνω του να τέμνονται οι έννοιες «Τράπεζες», «Μέσα Ενημέρωσης» και «Κόμματα» η απάντηση είναι μονόδρομος: Γιώργος Κοσκωτάς!

Το περίφημο 1989. Ένα σκάνδαλο υπεξαίρεσης δισεκατομμυρίων δραχμών από την Τράπεζα Κρήτης. Τα γεγονότα που ακολούθησαν με την κυβέρνηση  Τζαννετάκη και το Ειδικό Δικαστήριο με κατηγορούμενο τον Ανδρέα Παπανδρέου θα κάνουν άνω κάτω την πολιτική και οικονομική ζωή. Αποτελεί –πανθομολογούμενο– πολιτικό συμπέρασμα ότι στο ευρύ κοινό για πρώτη φορά «ξεγυμνώθηκαν» σε όλο τους το εύρος οι σχέσεις του χρηματοπιστωτικού συστήματος με την πολιτική και τα μίντια. Τράπεζα Κρήτης, Γραμμή Α.Ε., δωροδοκίες πολιτικών για κάλυψη.

Οι πιο ψύχραιμες και τεκμηριωμένες αποτιμήσεις εστιάζουν στο ότι η υπόθεση Κοσκωτά αποτέλεσε  το κλείσιμο ενός κύκλου.  Μια μεγάλη περίοδο όπου οι σχέσεις Τραπεζών-ΜΜΕ- Κομμάτων περιφρουρούνταν και καθορίζονταν κατά κύριο λόγο από τα συμφέροντα μερικών δεκάδων οικογενειών που αποτελούσαν το επιχειρηματικό και βιομηχανικό κατεστημένο.

Από το ταραγμένο 1989, το φως της δημοσιότητας τράβηξαν –και γι’ αυτό τα θυμόμαστε– τα σκανδαλοθηρικά στοιχεία της υπόθεσης Κοσκωτά. Τα «πάμπερς» ή ο «Κουτσονόμος». Πολύ λίγοι πλέον θυμούνται ότι η Τράπεζα Κρήτης ήταν ένα από τα βασικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που, μαζί με την Εθνική και την Εμπορική Τράπεζα, αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος μιας πολύ συγκεκριμένης πολιτικής επιλογής: της διάσωσης των κορυφαίων επιχειρηματικών οικογενειών της περιόδου από τον δανεισμό που είχαν σωρεύσει.

Αυτό επιτεύχθηκε μέσω των περίφημων «κρατικοποιήσεων». Ξεκίνησαν από την κυβέρνηση  του Κωνσταντίνου Καραμανλή που αξιοποίησε σε αυτήν την κατεύθυνση την Εμπορική Τράπεζα. Ολοκληρώθηκαν από το ΠΑΣΟΚ του 1981-1987 που χρησιμοποίησε και την Τράπεζα Κρήτης με άμεσο και έμμεσο τρόπο. Φόρτωσαν στις πλάτες των φορολογούμενων μια ολόκληρη «φουρνιά» επιχειρήσεων: τις λεγόμενες προβληματικές.

Στράτος, Αγγελόπουλος, Ωνάσης, Τσάτσος, Φιξ, Καρέλας, Κεφάλας, Βαρδινογιάννης, Λαδόπουλος, Σκαλιστήρης, Δράκου, Κανελλόπουλος, Στασινόπουλος, Κατσάμπας, Λάτσης, τα γνωστότερα και κυρίαρχα ονόματα. Αυτές οι εταιρείες έπρεπε να διασωθούν από την συσώρευση των χρεών τους και τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο που άλλαζαν το παραγωγικό  μοντέλο της Ελλάδας. Εξίσου γνωστές και οι επιχειρήσεις τους: Πειραϊκή-Πατραϊκή, ΛΑΡΚΟ, Μότορ Όιλ, Μακεδονικοί Λευκόλιθοι, Σόφτεξ, Πετρόλα, Ναυπηγεία Ελευσίνας, ΑΓΕΤ-Ηρακλής και πολλές άλλες.

Τι έγινε αυτές τις δεκαετίες; Επιχειρήσεις που είχαν δανειστεί από τις τράπεζες και ουδέποτε επένδυσαν τα κεφάλαια αυτά, μετοχοποιήθηκαν με κρατική παρέμβαση. Τα μη βιώσιμα εργοστάσια πέρασαν στο κράτος απαλλάσσοντας τους ιδιοκτήτες τους από τα βάρη. Επί ΠΑΣΟΚ συστήθηκε και ο Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων που μεταβίβασε και επισήμως το φέσι στον κρατικό προϋπολογισμό.

Όλα αυτά με τη στήριξη των φίλιων συγκροτημάτων του τύπου, αφού η τηλεόραση ή το ραδιόφωνο είχαν ακόμη μικρή απήχηση. Κυρίαρχες οι εφημερίδες  εκείνη την εποχή. Γι’ αυτό άλλωστε η βασική προσπάθεια του Γιώργου Κοσκωτά στα ΜΜΕ ήταν η εφημερίδα 24ώρες που στην πρώτη της εμφάνιση πουλάει κάτι λιγότερο από 300.000 φύλλα.

Οι εκδοτικοί οργανισμοί φυσικά δανείζονται επίσης αφειδώς από τις ίδιες τράπεζες. Γνωστότερα συγκροτήματα ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη και η Καθημερινή, με σταθερές βάσεις τότε. Επίσης όμως ο Ελεύθερος Τύπος του Α. Βουδούρη, η Αυριανή των Κουρήδων και το Έθνος των Μπόμπολα-Φιλιπόπουλου. Στους δανεισμούς τους ως τότε δεν παρατηρούνται… μεγάλες ακρότητες. Άλλοι είναι ακόμη οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού.

Είναι χαρακτηριστικά τα όσα αναφέρει στο βιβλίο του Πολιτική Κατάθεση ο υπουργός Οικονομίας από το 1982 έως το 1985 και πρόσφατα αποθανών, Γεράσιμος Αρσένης: «Πίστευα πως δινόταν μια μεγάλη ευκαιρία στον Τύπο να αποκαλύψει τι κρυβόταν πίσω από τις διαμάχες με τις προβληματικές. Με τον καιρό κατάλαβα πόσο δικτυωμένα ήταν τα συμφέροντα και πόσο αποτελεσματικά λειτουργούσαν –πόσο καθοριστική ήταν η χρηματοδότηση από την Εθνική Τράπεζα για μια μερίδα του Τύπου. Οι ίδιες εταιρείες, οι ίδιες οικογένειες, τα ίδια κυκλώματα». Σήμερα ξέρουμε με βεβαιότητα ότι η εκτίμηση ήταν απολύτως σωστή.

Η ιστορία αυτών των πολιτικών επιλογών κορυφώθηκε  και… εξερράγη με την υπόθεση του σκανδάλου  Κοσκωτά. Ο εν λόγω επιχειρηματίας-τραπεζίτης-εκδότης, δεν υπεξαίρεσε απλώς 35 δισεκατομμύρια δραχμές από την Τράπεζα Κρήτης. Φρόντισε να συγκεντρώσει επιχειρήσεις, τράπεζες και μέσα ενημέρωσης κάτω από την ίδια στέγη. Μέχρι τότε οι δίαυλοι αυτοί λειτουργούσαν με μία σχετική διακριτικότητα. Οι κινήσεις του Κοσκωτά ήταν το κύκνειο άσμα αυτής της αποστασιοποιημένης λειτουργίας.

Ο Γιώργος Κοσκωτάς, αν και φάνηκε τότε ότι προκάλεσε,  ότι «έσπασε τους κανόνες» και το παρατράβηξε, σήμερα μάλλον μπορεί να πει κανείς ότι… προηγήθηκε της εποχής του. Έδειξε ένα νέο δρόμο για μια πιο αποτελεσματική εξυπηρέτηση των αναγκών του οικονομικού κατεστημένου.

Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι το σκάνδαλο Κοσκωτά εκτονώνεται ενώ η χώρα τραβάει πλέον σε άλλη κατεύθυνση. Έχει μπει στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με χρονιά ορόσημο το 1992 και η υπόθεση της Τράπεζας Κρήτης στις ράγες της «εξυγίανσης». Το τρίγωνο «Τράπεζες-ΜΜΕ-Κόμματα» αφού εκτέθηκε, μπήκε πλέον σε άλλες βάσεις. Αποκτά πολύ μεγαλύτερα μεγέθη –άρα και διαφορετικό επίπεδο νομιμοποίησης. Αυτό που το 1989 ήταν σκανδαλώδες, στα μετέπειτα χρόνια θα λογίζεται πολιτικά ως κάτι… φυσικό.

Νονοί και βαφτιστήρια

Αν κατά τις προηγούμενες δεκαετίες Τράπεζες-ΜΜΕ-Πολιτικά Κόμματα φρόντιζαν να μεταφέρουν χρέη στους φορολογούμενους και να αλληλοστηρίζονται, κρατώντας αποστάσεις, τα πράγματα  άλλαξαν σταδιακά ενώ πλησιάζαμε στον 21ο αιώνα.

Η μαγική λέξη για τη σχέση των τριών αυτών πόλων θα είναι η λέξη «χρηματιστήριο». Με τον πλέον θεσμικό τρόπο τεράστια ποσά αλλάζουν χέρια, χωρίς τη διαμεσολάβηση της κρατικής εισπρακτικής μηχανής. Οι πάντες είναι ελεύθεροι να επενδύουν τα χρήματά τους όπως θέλουν σε μια ακόμη πιο ελεύθερη  αγορά. Στο τέλος όμως οι «εγκλωβισμένοι» θα ανήκουν αποκλειστικά σε μία κατηγορία. Από το 1994 και μετά ξεκινά σταδιακά η χρυσή εποχή του χρηματιστηρίου που θα κορυφωθεί βέβαια με την πασίγνωστη φούσκα του 1999-2001.

Σχεδόν 1.000.000 μικροεπενδυτές θα χάσουν πάνω από 136 δισεκατομμύρια δραχμές.

Ως γνωστόν για να εισαχθεί μια εταιρεία στο χρηματιστήριο χρειάζεται μία τράπεζα ως «ανάδοχο». Ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που θα δώσει αξιοπιστία στην προσπάθεια  της επιχείρησης να αντλήσει κεφάλαια από τη χρηματαγορά, θα εγγυηθεί τα κεφάλαια και τις μετοχές της. Ποιο ήταν το κίνητρο της τράπεζας για να δεχθεί την αναδοχή; Μα φυσικά η υψηλή προμήθεια που προβλέπεται εφόσον προκύψει ο ζητούμενος αριθμός κεφαλαίων.

Οι επιχειρήσεις Μέσων Ενημέρωσης «μπαίνουν με τα μπούνια» και οι τράπεζες γίνονται οι «νονοί» τους. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ως «νονοί» αναλαμβάνουν φυσικά την υποχρέωση να καλύψουν το ύψος του ποσού που έχει οριστεί για τη δημόσια εγγραφή εάν αυτή δεν φέρει ανάλογο επενδυτικό κοινό. Αυτός ο κίνδυνος πρέπει να εξαλειφθεί. Γι’ αυτό κάθε πλευρά αναλαμβάνει τις προπαγανδιστικές υποχρεώσεις της.

Στην «κουμπαριά» μπλέκουν και τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα. Ο τότε υπουργός Οικονομίας, Γιάννος Παπαντωνίου κάνει τις, αλήστου μνήμης, αμίμητες δηλώσεις: «Το Χρηματιστήριο πάει κανόνι. Ό,τι και να λένε, ψηφίζει ΠΑΣΟΚ», «το Χρηματιστήριο θα συνεχίσει να αντανακλά τη δύναμη της ελληνικής οικονομίας» , «το 2000 η πορεία του Χρηματιστηρίου θα είναι δυναμικά ανοδική, καθώς η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ θα δώσει ώθηση στη Σοφοκλέους».

Οι επιχειρήσεις των ομίλων Μέσων Ενημέρωσης αρχίζουν, η μία μετά την άλλη να διαβαίνουν την πόρτα της Σοφοκλέους. Η κάθε μια με την τράπεζα-νονό  που είχε επιλέξει. Οι τραπεζίτες δεν κρύβουν άλλωστε τη χαρά τους για την όλη εξέλιξη. «Είναι εξαιρετική επενδυτική ευκαιρία» θα πει χαρακτηριστικά το 2000 ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας, Θεόδωρος Καρατζάς, όταν η Πήγασος Εκδοτική ΑΕ, του Γ. Μπόμπολα, θα εισαχθεί στη χρηματιστηριακή αγορά. Η συγκεκριμένη βέβαια «εξαιρετική επενδυτική ευκαιρία» από το 1994 μέχρι το 2011 έδωσε  μόνον δύο φορές μέρισμα ανά μετοχή, το 1999 και το 2000. Αλλά ποιος μπορούσε να αμφισβητήσει τότε τις εκτιμήσεις ενός τόσο αναγνωρισμένου τραπεζίτη;

Το κόλπο πετυχαίνει. Οι ρυθμοί άντλησης κεφαλαίων εντυπωσιακοί. Το πρώτο εξάμηνο του 1999 οι επιχειρήσεις Μέσων Ενημέρωσης

«τράβηξαν» από χρηματιστήριο 564 εκατομμύρια! Υπό αυτό το καθεστώς ποιος να ασχοληθεί με… πωλήσεις εφημερίδων και ποιότητες τηλεοπτικών προγραμμάτων; Αλλού είναι πλέον τα λεφτά. Οι προσφορές και τα κουπόνια κυριαρχούν στα περίπτερα και τα «τηλε-σκουπίδια» στις οθόνες.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο τραπεζικός δανεισμός των Μέσων Ενημέρωσης απογειώνεται. Μεγάλα δάνεια –σύμφωνα με δημοσιεύματα της περιόδου– δίνονται με απλά τηλεφωνήματα μεταξύ εκδότη και τραπεζίτη. Οι σχέσεις έχουν πλέον στενέψει και στενεύουν περισσότερο ενώ τα χρόνια περνούν. Τράπεζες, Μέσα Ενημέρωσης και Κόμματα βαδίζουν αγκαλιά προς το ευρώ. Παρά τις ανακατατάξεις στον τραπεζικό, «μιντιακό» και πολιτικό χώρο και τις πρόσκαιρες αναταραχές θα συνεχίζουν να κινούνται μαζί σωρεύοντας ισχύ αλλά και χρέη, μέσα στο νέο ευρωπαϊκό νόμισμα.

Κι ύστερα ήρθε η κρίση

Ο χορός των δανείων των τραπεζών προς τα μέσα ενημέρωσης θα συνεχιστεί και για την επόμενη 15ετία. Πρωταθλητής η Αγροτική Τράπεζα (ΑΤΕ). Οι διοικήσεις της έχουν, σταθερά, άμεση σχέση με την εκάστοτε κυβέρνηση. Δανείζουν αφειδώς τόσο στις μιντιακές επιχειρήσεις όσο και στα πολιτικά κόμματα. Οι υπόλοιπες τράπεζες ακολουθούν.

Τα δάνεια θα εγκρίνονται με ασαφή κριτήρια, με τους επιχειρηματίες να δανείζονται «με αέρα», όπως είπε χαρακτηριστικά και στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής που έχει συσταθεί για το θέμα ο Π. Ψυχάρης. Αν και οι χορηγήσεις οφείλουν να συνοδεύονται από οικονομική μελέτη και έγκριση από το συμβούλιο  χορηγήσεων  της κάθε τράπεζας, την τελική ευθύνη την έπαιρναν τελικά οι διοικήσεις. Είναι χαρακτηριστικό  ότι όλα τα δάνεια της ALPHA BANK σε μέσα ενημέρωσης δίνονταν πάντα από το ανώτερο διοικητικό κλιμάκιο και με τη συμμετοχή του προέδρου του ιδρύματος.

Την ίδια περίοδο μπλέκονται και τα όρια μεταξύ του δανεισμού των τραπεζών και της διαφημιστικής τους δαπάνης. Τα ιδρύματα που δανείζουν τα ΜΜΕ έχουν ταυτόχρονα και την ευθύνη της εξυπηρέτησης του δανείου αυτού. Γι αυτό, προκειμένου να αποφύγουν το «κοκκίνισμά» του, έχουν κάθε λόγο και κίνητρο να δίνουν διαφήμιση στο μέσο. Όπως χαρακτηριστικά σχολίασε για το θέμα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, τον Μάρτιο του 2016, «δεν θα εκπλαγώ αν από τη μελέτη που πρέπει να γίνει, δούμε ότι η διαφημιστική δαπάνη για κάποια χρόνια υπερέβαινε και τους τόκους. Δηλαδή κάποιος παίρνει δάνειο, κάνει μια εταιρεία μέσων ενημέρωσης με τα δάνεια, οι τόκοι των δανείων εξοφλούνται από τη διαφήμιση που δίνουν οι τράπεζες και ο ίδιος ως μέτοχος έχει και μια υπεραξία, η οποία αυξάνεται».

Όλη αυτή η φούσκα του δανεισμού των Μέσων Ενημέρωσης θα καταρρεύσει με την έναρξη της κρίσης. Δεν λείπουν  μάλιστα και οι οικονομολόγοι  που τονίζουν ότι αυτή συνέβαλε  στην οξύτητα και της ίδιας της κρίσης.

Μεγάλοι όμιλοι των ΜΜΕ που απομυζούσαν συστηματικά κεφάλαια από τη χρηματαγορά μπαίνουν υπό επιτήρηση. Το 2008-2010 σε αυτό το καθεστώς  θα βρεθούν  ο Τηλέτυπος, ο ΔΟΛ, ο Πήγασος, οι Τεχνικές Εκδόσεις, ο όμιλος Τεγόπουλου. Θα καταγράψουν ζημιές πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ, παρά τα συνεχή προγράμματα περιστολής κόστους.

Στον κλάδο επικρατεί πανικός. Ο όμιλος Αλαφούζου διαρρέει ότι για να διασώσει τις επενδύσεις του στα μέσα ενημέρωσης θα καταφύγει στον ναυτιλιακό του βραχίονα και θα πουλήσει ένα πλοίο. Στη συνέχεια θα ακολουθήσει πολιτική περικοπών «με σκοπό τον καλύτερο εξορθολογισμό του κόστους παραγωγής και των δαπανών γενικότερα». Ο τηλεοπτικός σταθμός ALTER, συμφερόντων Κουρή, σβήνεται από τον μιντιακό χάρτη. Απολύσεις, κλεισίματα, πτωχεύσεις, τεχνητές ενέσεις ρευστότητας στην ημερήσια διάταξη. Όμως η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη.

Παρόλ’ αυτά ο δανεισμός ορισμένων ΜΜΕ θα συνεχιστεί και κάποιοι θα βρεθούν εκτεθειμένοι. Κλασικό παράδειγμα το MEGA και τα σωρευμένα χρέη του που –αν και έγιναν προσπάθειες να κρυφθούν ή να καλυφθούν  για μερικά χρόνια– τελικά «έσκασαν». Άλλοι πάλι δεν θα πτοηθούν, όπως ο όμιλος ΑΝΤ1, που στα χρόνια της κρίσης ο δανεισμός του έφθασε τα 195 εκατομμύρια. Αυτό δήλωσε άλλωστε στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για το θέμα των δανείων, ο διευθύνων σύμβουλός του Στ. Λιαρέλης. Κι αυτό παρότι βουλευτές στην επιτροπή επισήμαναν  ότι, σύμφωνα  με το πόρισμα της Τράπεζας της Ελλάδος, ο όμιλος είχε «αρνητική καθαρή θέση 200 εκατομμυρίων ευρώ το 2014».

Τα δανεικά κι αγύριστα

Τελικά, στις 25 Οκτωβρίου του 2015 ο Γιάννης Δραγασάκης, ως υπεύθυνος –μίας ακόμη– ανακεφαλαιοποίησης του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, θα καταθέσει στη Βουλή μια αποτίμηση του τραπεζικού δανεισμού των Μέσων Ενημέρωσης. Δεν μπορεί κανείς να πει ότι είναι ιδιαίτερα… λεπτομερής: «Δεν έχουμε ακριβή στοιχεία. Κάποια στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί πλησιάζουν, από ό,τι φαίνεται, την πραγματικότητα και αυτή λέει ότι τα χρέη των επιχειρήσεων αυτών υπερβαίνουν το ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Είναι ένα δισεκατομμύριο ευρώ και πλέον». Αυτά όσον αφορά τον ευθύ δανεισμό. Για τον πλάγιο δανεισμό μέσω της διαφημιστικής δαπάνης ο Γ. Δραγασάκης θα παραδεχθεί ότι η κυβέρνηση έχει μαύρα μεσάνυχτα: «Δεν έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα, γιατί δυστυχώς στις τράπεζες δεν υπάρχει κάποιο σύστημα διαύγειας».

Όμως αυτό που σίγουρα γνώριζε η κυβέρνηση  τότε και γνωρίζει και σήμερα είναι πώς τα δανεικά αυτά θα είναι… αγύριστα.  Επ’ αυτού ο αντιπρόεδρος  ήταν σαφέστατος: «Το πρόβλημα  είναι ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις μέσων μαζικής ενημέρωσης έχουν αρνητική καθαρή θέση. Έχουν χάσει τα κεφάλαιά τους μετά από σειρά ζημιογόνων χρήσεων. Άρα μιλάμε για δανεικά κι αγύριστα κι αυτό πρέπει το Κοινοβούλιο να το γνωρίζει. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα δάνεια αυτά δεν θα εξοφληθούν». Επίσης γνώριζε και γνωρίζει το ποιοι είναι σε μεγάλο βαθμό οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ: «Οι τράπεζες δεν είναι πια δανειστές των επιχειρήσεων. Οι τράπεζες είναι οι πραγματικοί κεφαλαιούχοι των επιχειρήσεων», θα τονίσει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.

Οι ισχυρισμοί του Γ. Δραγασάκη, δείχνουν να επιβεβαιώνονται και από τα –απόρρητα για το κοινό– στοιχεία της Εξεταστικής Επιτροπής για τα δάνεια στα κόμματα και στα ΜΜΕ. Βασίζονται στη σχετική έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος αλλά και στο γνωστό ως «πόρισμα Καλούδη», καθώς και στα στοιχεία που προσκόμισαν οι ίδιες οι επιχειρήσεις και τα τραπεζικά ιδρύματα. Το ποσό που «ανακαλύφθηκε» ως επίσημος δανεισμός είναι 900 εκατομμύρια ευρώ περίπου, από αυτά τα 357 εκατομμύρια προέρχονται από την Εθνική Τράπεζα. Μάλιστα, ο δανεισμός αυτός είναι εξαιρετικά επισφαλής.

Με βάση  τα στοιχεία  που έχουν ανακοινωθεί ότι διασταυρώθηκαν, εκτιμώνται ως ακάλυπτοι κίνδυνοι το 88% των δανείων του ομίλου Μπόμπολα, το 70% των δανείων του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, το 82% των δανείων του καναλιού STAR και το 70% των δανείων για τον όμιλο του Πρώτου Θέματος.

Ειδικά για τον όμιλο των Θ.Αναστασιάδη-Α. Καραμήτσου, ελέγχεται ιδιαίτερα η Εθνική Τράπεζα. Φέρεται ότι κάλυψε την «τρύπα» που δημιούργησε στο Πρώτο Θέμα η αποχώρηση Μπόμπολα από το μετοχικό του κεφάλαιο  το 2010, δανείζοντας  1,5 εκατομμύριο.  Το ίδιο χρόνο η χρηματοδότηση αυξήθηκε, με εγγύηση μόνον τις μετοχές της εταιρείας, σε 3 εκατομμύρια. Το 2012 η εταιρεία πήρε άλλα 4 εκατομμύρια, για τα οποία αποφάσισε να προχωρήσει σε ρύθμιση το 2014 και το 2016!

Για παράξενες τραπεζικές πρακτικές ελέγχονται και όσες τράπεζες δάνεισαν τον όμιλο Αλαφούζου, που φέρεται να έχει χρηματοδοτηθεί με 50 εκατομμύρια, με την Εθνική Τράπεζα να έχει τη μερίδα του λέοντος, έχοντας δώσει το 95% των δανείων.

Όσο για το MEGA ακολουθείται η πρακτική των συνεχών αναχρηματοδοτήσεων των δανείων τα τελευταία 10 χρόνια με το σύνολο του δανεισμού του να είναι 96.756.000 ευρώ και από αυτά τα 81.249.000 ευρώ να αφορούν αναχρηματοδοτήσεις παλαιότερων οφειλών.

Για τον συνολικό δανεισμό πάντως, διαφορετική θέση διατύπωσε ο επικεφαλής  της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας. Στην κατάθεσή  του στην Εξεταστική Επιτροπή υποστήριξε πως τα δάνεια στα ΜΜΕ είναι μόλις 317 εκατομμύρια ευρώ, από το σύνολο του 1,3 δισ. ευρώ που έχουν δοθεί συνολικά κατά κλάδο, ενώ ο μέσος όρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι από τους συγκριτικά χαμηλότερους.

Τα δάνεια των κομμάτων

Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα πολιτικά κόμματα έχουν την δική τους θλιβερή –για τους φορολογούμενους– ιστορία. Παράλληλα με τις σχέσεις τους με τα μέσα ενημέρωσης, τις τράπεζες και τα κόμματα διαμόρφωσαν μια σχέση όπου ο ένας… τα έδινε όλα για τον άλλον!

Από τα στοιχεία που υπάρχουν για τον επίσημο δανεισμό των πολιτικών κομμάτων προκύπτει πως αυτά προσεγγίζουν το μισό δισ. Το ποσό αυτό περιλαμβάνει φυσικά μόνον τον επίσημο καταγεγραμμένο δανεισμό για τη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων. Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, κατά κύριο λόγο, δανείστηκαν αφειδώς. Ένα πολύ μικρό μέρος του δανεισμού τους καλύπτονταν από κάποιας μορφής εγγύηση.

Οι τράπεζες αιτιολογούσαν τις αποφάσεις τους προεξοφλώντας την –μελλοντική– κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων. Θεωρούσαν δηλαδή ότι η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ θα συγκεντρώνουν για τα επόμενα… 50 ή 60 χρόνια το 80 με 90% των ψήφων σε κάθε εκλογική αναμέτρηση. Όπως όλοι γνωρίζουμε, όταν αυτός ο συσχετισμός άλλαξε, τα οικονομικά των κομμάτων κατέρρευσαν.

Η αρχή έγινε με την κατακρήμνιση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ που αναζητούσε τρόπους να ξεφορτωθεί τα χρέη μέσω αλλαγής… ΑΦΜ. Η Νέα Δημοκρατία ακολούθησε στη συνέχεια και, ως σήμερα, ζητά ρύθμιση των δανείων της. Πάντως με τροπολογία, που πέρασε από την Βουλή στις 15 Οκτωβρίου του 2014, ορίστηκε ότι το 40% της επιχορήγησης των κομμάτων δεν μπορεί να κατασχεθεί. Το σημερινό κυβερνόν κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν ήταν ιδιαίτερα αρνητικός. Όπως είχε δηλώσει  η τότε κοινοβουλευτικη εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη «η τροπολογία 1910 που ήρθε σήμερα το πρωί, ζητάει το 40% της κρατικής χρηματοδότησης να είναι ακατάσχετο και ανεκχώρητο. Εδώ θέλουμε να πούμε το εξής: θα μπορούσαμε και να συζητήσουμε. Όλοι αντιλαμβανόμαστε μερικά προβλήματα».

Η παροιμία που λέει «το ένα χέρι νίβει τ’ άλλο» εφαρμόστηκε κατά κόρον. Τα τραπεζικά ιδρύματα δανειοδοτούσαν και, κατά καιρούς, οι κυβερνήσεις φρόντιζαν αυτοί που ενέκριναν τα δάνεια να χαίρουν κάθε νομικής ασυλίας.

Ξεκάθαρη έκφραση αυτής της λειτουργίας είναι η περίφημη τροπολογία 3 βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας (Σταμενίτης, Τσουμάνης, Χριστογιάννης) που ψηφίστηκε σε μια θυελλώδη  συνεδρίαση της Βουλής, τον Απρίλιο του 2013. Είχε αναδρομική ισχύ και προέβλεπε πως «δεν συνιστά απιστία κατά την έννοια των άρθρων 256 και 390 του Ποινικού Κώδικα για τον πρόεδρο τα μέλη του ΔΣ και τα στελέχη των τραπεζών, η σύναψη δανείων πάσης φύσεως με νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, μη κερδοσκοπικού  χαρακτήρα, του ευρύτερου δημοσίου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται κατά νόμο».

Αθώωνε δηλαδή κάθε τραπεζική διοίκηση για κάθε δάνειο που είχε δοθεί χωρίς εγγυήσεις. Ο Δ.Τσουμάνης, λίγες μέρες αργότερα, θα δηλώσει ότι αυτό έγινε επειδή «λόγω του βεβαρημένου παρελθόντος και των σκανδάλων που είχαν προκύψει με την κατάρτιση μεγάλου όγκου δανείων από τις τράπεζες, όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα όργανα αυτών, κυριεύτηκαν από το αίσθημα του φόβου». Πόσο πιο κυνικά να το πει άραγε;

Ας δούμε όμως και τους αριθμούς σχετικά με τον τραπεζικό δανεισμό. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Εξεταστικής Επιτροπής που «τρέχει» αυτή την περίοδο στη Βουλή, ο σημερινός δανεισμός των πολιτικών κομμάτων ανέρχεται στα 417.000.000 ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος αφορά φυσικά τα κόμματα που είχαν την εξουσία και τους κορυφαίους θεσμικούς ρόλους τις προηγούμενες δεκαετίες – δηλαδή το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ. Σε αυτά τα δύο κόμματα αντιστοιχεί το 94,3% αυτού του ποσού που επιμερίζεται σε 49,8% για την ΝΔ και σε 44,5% για το ΠΑΣΟΚ. Από το σύνολο των 417.000.000 μόλις 17.000.000 ευρώ εξυπηρετούνται αυτή τη στιγμή ενώ 239.500.000 ευρώ είναι καταγγελμένα, υπό διαπραγμάτευση βρίσκονται 13.700.000 ευρώ και 30.500.000 ευρώ έχουν χαρακτηριστεί ως «μη εξυπηρετούμενα».

Αυτά αποτυπώνονται με πολύ συγκεκριμένο τρόπο στο σημερινό χρηματοπιστωτικό σύστημα που έχει προκύψει από σειρά συγχωνεύσεων και εξαγορών τραπεζικών ιδρυμάτων. Οι οφειλές ανά ίδρυμα έχουν έως εξής. Τράπεζα Πειραιώς: Η ΝΔ έχει δανειστεί 131.400.000 ευρώ και το ΠΑΣΟΚ 108.100.000 – σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και τα 220.000.000 που έχει δανείσει στα πολιτικά κόμματα η Αγροτική Τράπεζα η οποία ενσωματώθηκε στην Πειραιώς, αφού χωρίστηκε σε «καλή»  και «κακή». Eurobank: τo ΠΑΣΟΚ οφείλει 5.200.000 ευρώ και η ΝΔ 3.300.000 ευρώ. Εθνική Τράπεζα: οι οφειλές του ΠΑΣΟΚ ανέρχονται σε 8.700.000 ευρώ, της ΝΔ σε 5.000.000 ευρώ. Από την ίδια τράπεζα έχουν πάρει τα δάνειά τους ο ΣΥΡΙΖΑ (8.800.000) και το ΚΚΕ (7.000.000,  σε ενυπόθηκα δάνεια). Attica Bank: τα δάνεια του ΠΑΣΟΚ είναι 5.000.000 και της Ν.Δ 2.400.000 ευρώ. Τέλος, τα χαρακτηρισμένα ως «μη εξυπηρετούμενα» δάνεια του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία που έχουν καταθέσει οι επικεφαλής των τραπεζικών ιδρυμάτων, είναι 118.300.000 και 137.100.000 αντίστοιχα.

Και τι θα γίνει με όλα αυτά τα δάνεια;

Με μία δόση ειρωνείας και αυτοσαρκασμού θα μπορούσε κανείς να απαντήσει: «Απολύτως τίποτε». Θα τα πληρώσει και αυτά ο φορολογούμενος πολίτης μέσω των ανακεφαλαιοποιήσεων που έχουν δρομολογηθεί ή άλλων που θα αποφασιστούν στο μέλλον. Η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για τον δανεισμό των ΜΜΕ και των κομμάτων είναι «καταδικασμένη» να καταλήξει σε ένα πόρισμα ή σε περισσότερα, εφόσον δεν υπάρξει ομοφωνία. Δύσκολα όμως θα προκύψουν ποινικές ευθύνες σε αυτή την ιστορία.

«Εγώ κοιτάζω μπροστά», δήλωσε χαρακτηριστικά όταν ρωτήθηκε για τα θαλασσοδάνεια ο Γιάννης Στουρνάρας. Μάλιστα, όταν κλήθηκε να απαντήσει για τις πρακτικές των διοικήσεων των τραπεζών από το 2000 έως σήμερα ανέφερε πως «δεν μπορώ να πω αν ήταν σωστές ή λαθεμένες, κάθε απόφαση πρέπει να κρίνεται με βάση τα δεδομένα της εποχής. Υπάρχουν πάντα αδυναμίες, καθώς κανένας δεν είναι τέλειος». Κι όταν αυτή η πολιτική και νομική κάλυψη παρέχεται από τον οργανισμό που είναι επιφορτισμένος να εποπτεύει το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας, οι πάντες αθωώνονται σχεδόν αυτομάτως. Όσο για τα δάνεια στα πολιτικά κόμματα, ο διοικητής της ΤτΕ προέτρεψε το πολιτικό σύστημα να παρακολουθήσει  τι γίνεται στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες σε τέτοιες περιπτώσεις. Προτροπή που, μάλλον, παραπέμπει σε κούρεμα.

Όσον αφορά τις διοικήσεις των τραπεζών που έδωσαν τα δάνεια αυτά, τα πράγματα έχουν επίσης ξεκαθαρίσει. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Αγροτικής Τράπεζας που συγκεντρώνει μαζί με την Εθνική τις περισσότερες ενδείξεις και υποψίες για «θαλασσοδανεισμό». Όπως δήλωσε,  στις 4 Νοεμβρίου του 2015, ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, σχετικά με καταγγελίες για δάνεια της ΑΤΕ προς τα ΜΜΕ και τα πολιτικά κόμματα ύψους 5 δισ. ευρώ, οι υποθέσεις αυτές έχουν μπει στο αρχείο. Χαρακτηριστικά είπε ότι «η αρχειοθέτηση της υπόθεσης οφείλεται στη διάταξη του άρθρου 78 του ν.4146/2013 (σ.σ αυτή που προαναφέρθηκε), η οποία στην ουσία παρέχει ασυλία στους προέδρους, στα μέλη διοικητικών συμβουλίων και στα τραπεζικά στελέχη για μια κατηγορία δανείων.  Διάταξη που να επαναφέρει ποινικές υποθέσεις που έχουν ήδη τεθεί στο αρχείο δεν μπορεί να υπάρξει».

Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα είναι μάλλον πώς όσα «θάβονται» στο παρελθόν θα ξαναγίνουν και στο μέλλον. Ο Γιάννης Δραγασάκης, εισηγούμενος στη Βουλή νόμο που υποχρεώνει τις τράπεζες να δημοσιοποιούν τον έμμεσο δανεισμό ΜΜΕ μέσω διαφημιστικής δαπάνης, είπε χαρακτηριστικά: «Αν μια τράπεζα θέλει όλη την διαφημιστική δαπάνη της να την βάλει σε ένα έντυπο ή ένα μέσο αυτό είναι δικαίωμά της. Εμείς αυτό που θέλουμε είναι να είναι γνωστό».

Όμως μάλλον πιο σημαντική είναι η παρουσίαση που έκανε στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για το πώς χορηγούνται τα δάνεια ο Φωκίων Καραβίας, διευθύνων σύμβουλος της EUROBANK: «Παρών στις επιτροπές είναι και ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι ο λεγόμενος monitoring-trustee, ο οποίος επιβλέπει γενικά την πορεία των σχεδίων αναδιάρθρωσης των τραπεζών. Έχει δικαίωμα βέτο στην επιτροπή αυτή. Οπότε είναι παρών σε οποιαδήποτε δανειοδότηση ή αναδιάρθρωση, συμπεριλαμβανομένων και των δανειοδοτήσεων ή αναδιαρθρώσεων των κομμάτων και των μέσων μαζικής ενημέρωσης».

Κατανοεί εύκολα κανείς ποιος θα αποφασίζει εφεξής…




Posted by gerasimoslivitsanos 
https://report.com.gr/ 

ΠΡΕΖΑ TV
29-3-2017

Δεν υπάρχουν σχόλια: